Ιεραποστολικές προκλήσεις στην αφρικανική πραγματικότητα
της συγχρόνου ορθοδόξου μαρτυρίας
ΜΙΑ ΑΝΟΙΧΤΗ
ΠΡΟΣΚΛΗΣΗ
† Ο Καμερούν Γρηγόριος
Πολλές φορές τα άρθρα και τα κείμενα περί Ιεραποστολής ενώ μεταφέρουν τη ζωντάνια του αποστολικού έργου, την προσπάθεια των ιεραποστόλων και τιs αντικειμενικές δυσκολίες μέσα στις οποίες πραγματοποιείται αυτό το έργο, εν τούτοις πολύ λίγες φορές κατορθώνουν να δώσουν τις διαστάσεις μέσα στις οποίες καλούμεθα να δώσουμε τη μαρτυρία τnς Ορθοδόξου Εκκλησιάς.
Έτσι, υποσυνείδητα, θα λέγαμε ότι, στα μάτια του κάθε αναγνώστου (φίλου τnς ιεραποστολής ή τυχαίου αναγνώστου), περνάει το μήνυμα ότι αυτό το έργο και ως ποσότητα, έκταση και ποιότητα είναι δυνατόν να συντελείται, να συντηρείται, να αναπτύσσεται (επεκτείνεται), να καλλιεργείται και από ένα μόνον πρόσωπο! Τον ιεραπόστολο, επίσκοπο, ιερέα, ιερομόναχο, μοναχό ή μοναχή ή λαϊκό.
Η λάθος αυτή ιδέα, έχει βρει γόνιμο έδαφος στις σκέψεις πολλών και έτσι, όταν κάποιος, καλοπροαίρετος επίσκοπος, ιερέας, μοναχός ή λαϊκός, υπεύθυνος κάποιου συλλόγου για την υποστήριξη του αποστολικού έργου, συζητά με έναν ιεραπόστολο αγγίζει όλα τα θέματα εκτός από το θέμα των συνεργατών, των «εργατών» που θα πρέπει να συνδράμουν στον θερισμό.
Η συνήθης κατάληξη αυτών των συζητήσεων σε πολλές περιπτώσεις είναι η προτροπή: «Πρέπει να βρείτε συνεργάτες...».
Κανένας βέβαια δεν υποδεικνύει κάποιον τρόπο για την εξεύρεση των συνεργατών.
Διότι δεν είναι δυνατόν κάποιοs ιεραπόστολος να πάρει τους δρόμους και να γυρίζει από μητρόπολη σε μητρόπολη και από μοναστήρι σε μοναστήρι και από σύλλογο σε σύλλογο και να αναζητεί συνεργάτες. Στην καλύτερη περίπτωση θα χαρακτηρισθεί σαν «περίεργος».
Έπειτα, το θέμα των συνεργατών τns ιεραποστολής είναι και θέμα κλήσεως από τον Θεό και θέμα εσωτερικής κλίσεως του υποψηφίου συνεργάτου.
Όσο ιερό ενθουσιασμό και να προκαλέσει ένας ιεραπόστολος, με την παρουσία του και τους λόγους του, σε κάποιο ακροατήριο, δεν είναι δυνατόν αυτός ο ενθουσιασμός να είναι μια γερή πνευματική βάση για την έξοδο του υποψηφίου συνεργάτου και την είσοδό του σε έναν ιεραποστολικό αμπελώνα.
Χρειάζεται μια συστηματική ενασχόληση τnς Εκκλησίας με το θέμα αυτό.
Δεν είναι δυνατόν ανάμεσα στις σύγχρονες ιερατικές ή μοναχικές κλήσεις να μην υπάρχουν και κλήσεις με ιεραποστολικές προεκτάσεις. Κάθε χρόνο εξαπολύεται κάποια εγκύκλιος σχετικά με τη ζωογόνηση των ιερατικών κλήσεων από το Σώμα τns Ιεραρχίας της Εκκλησίας και προτρέπονται και οι κατά τόπους Μητροπολίτες να αφιερώσουν κάποια ενεργητικότητά τους και σ' αυτό το θέμα.
Άσχετα με το αποτέλεσμα αυτών των ενεργειών και γενικώς και κατά τόπους, μήπως μέσα στο περιεχόμενο των εγκυκλίων, ομιλιών και διαφόρων ενεργειών θα πρέπει να εισέλθει και μια παράγραφος περί της ιεραποστολικής εργασίας στους σύγχρονους ιεραποστολικούς αμπελώνες;
Διότι πολλές φορές μετ' εκπλήξεως και λύπης συναντούμε κληρικούς οι οποίοι δηλώνουν ότι, δεν γνωρίζουν «ειδικά» την ύπαρξη της Ορθοδόξου Ιεραποστολής!
Άκουσαν κάτι γενικό από τουs καθηγητές τους σε κάποια σεμινάρια ότι, κάπου, γενικά και αόριστα, υπάρχει Ορθόδοξη Ιεραποστολή αλλά επειδή ο τρόπος που έλαβαν αυτήν την πληροφορία ήταν και αυτός γενικός και αόριστος, δεν απέσπασε το ενδιαφέρον τους για κάτι περισσότερο.
Μήπως πέραν των τυπικών ενεργειών, (Εβδομάδα Εξωτερικής Ιεραποστολής, περιφορά ειδικού δίσκου για την Εξωτερική Ιεραποστολή κ.λπ.), θα πρέπει να γίνουν και κάποιες πιο ειδικές και συστηματικές αναφορές και αναλύσεις και κάποιες προτροπές, παραινέσεις, συμβουλές για την ανάγκη συνεργατών στην ιεραποστολή;
Η ανάγκη συνεργατών στα ιεραποστολικά κλιμάκια είναι επιτακτική όσο και η επάνδρωση των κενών ενοριακών θέσεων κάθε Μητροπόλεως. Είναι θέμα ουσιώδες και ζωτικής σημασίας για την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Για να γίνουμε κατανοητοί θα κάνουμε μια μικρή διευκρίνιση: Υπάρχουν δύο ιεραποστολικά κλιμάκια στην Αφρική επανδρωμένα εδώ και χρόνια με έναν σεβαστό αριθμό εθελοντών συνεργατών, για τα οποία δεν γεννάται θέμα τέτοιας ανάγκης αλλά υπάρχουν και όλα τα υπόλοιπα, ιεραποστολικά κλιμάκια, που είναι η πλειοψηφία, τα οποία είναι της δυνάμεως του ενός ιεραποστόλου.
Δεν μπορούμε να εντάξουμε τον τοπικό κλήρο κάθε ιεραποστολικής Μητροπόλεως ή Επισκοπής στη δύναμη των συνεργατών, διότι στις περισσότερες περιπτώσεις ο τοπικός κλήρος συνίσταται στην πλειοψηφία του από αυτό που ο μακαριστός π. Κοσμάς Γρηγοριάτης χαρακτήριζε με τον επιτυχή όρο: «αναγκαστικές χειροτονίες», δηλαδή μην έχοντας συνεργάτες στην αρχή του ιεραποστολικού έργου ο ιεραπόστολος αναγκάζεται να επιλέξει και να προτείνει προς χειροτονίαν από τα πρώτα πρόσωπα που έχει κοντά του για να μπορέσει να υπάρξει μια συνέχεια σ' αυτή την αρχή.
Ένας κλήρος, λοιπόν, ο οποίος έχει γεννηθεί και έχει μεγαλώσει με την νοοτροπία κάποιων άλλων χριστιανικών «εκκλησιών», ή του ανιμισμού, έχει γνωρίσει την Ορθόδοξη Εκκλησία κάποια χρόνια και έχει παρακολουθήσει κάποια σεμινάρια Ορθοδόξου θεολογίας για να γίνει κληρικός και μόνον. Όσοι παρακολούθησαν σπουδές Θεολογίας στο εξωτερικό στην πλειοψηφία τους δεν επέστρεψαν ποτέ στις ιεραποστολικές Μητροπόλεις, οι οποίες τους απέστειλαν με την ελπίδα να βοηθήσουν το μέλλον της ιεραποστολής, αυτό είναι, όμως, ένα θέμα που δεν μπορεί να αναλυθεί στο άρθρο αυτό.
Ο κλήρος αυτός είναι κατά πολύ αξιέπαινος και αγωνίζεται μέσα σε αντίξοες και δύσκολες συνθήκες αλλά η εκκλησιαστική του εμπειρία είναι εκκλησιαστική εμπειρία μιας νεόφυτης εκκλησίας, η οποία προσπαθεί να προσλάβει τον Λόγο του Θεού, την ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση σαν τρόπο πορείας προς τη Βασιλεία των Ουρανών. Μέχρι όμως να γίνει αυτό τρόπος ζωής έχουμε να αντιπαλέψουμε με πολλά προβλήματα γνωστά και άγνωστα, προσιτά και απρόσιτα στον «ώριμο» Ορθόδοξο κόσμο.
Θα αναφέρω κάποια πρόσφατα, «επιδερμικά» παραδείγματα από την τετραετή ταπεινή μου διακονία στον ιεραποστολικό αγρό της ιεράς Μητροπόλεως Καμερούν.
Κάποια στιγμή ευρισκόμενος στο Γιαουντέ έλαβα μία πρόσκληση.
Επρόκειτο να χειροτονηθεί ένας νέος «επίσκοπος» της αυτο-αποκαλούμενης «Αποστολικής Καθολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Καμερούν».
Αγνοούσα παντελώς την ύπαρξή τns. Διάβασα με περιέργεια την πρόσκληση και κατάλαβα ότι επρόκειτο περί νέου κατασκευάσματος.
Η χειροτονία θα γινόταν σε ένα γήπεδο, παρουσία και κάποιων πολιτικών αρχών. Ακολουθούσε ένα πρόγραμμα εορτασμού σε κάποιο εστιατόριο κοντά στο γήπεδο και στο τέλος υπήρχε μία επισήμανση-προτροπή: «Τα δώρα σας είναι ευπρόσδεκτα».
Δεν ετίθετο καν θέμα να ανταποκριθώ στην πρόσκληση αυτή αλλά προβληματίστηκα για την παρουσία άλλης μιας επιλεγομένης «εκκλησίας» που θα χρησιμοποιούσε το όνομα τns Ορθοδόξου Εκκλησίας και θα μεγάλωνε τη σύγχυση που επικρατεί στον κόσμο ανάμεσα στον οποίο προσπαθούμε να δώσουμε τη μαρτυρία τns Ορθοδοξίας.
Τοποθέτησα την πρόσκληση σε ένα φάκελο στο αρχείο και σκέφθηκα ότι καλό είναι να οργανώσουμε μια σειρά από ομιλίες στις εκκλησίες μας για να ενημερώσουμε τους πιστούς μας.
Συζήτησα το θέμα και με τον Γενικό Αρχιερατικό Επίτροπο π. Δημήτριο και καταλήξαμε να εξαπολύσουμε και μια εγκύκλιο η οποία να δημοσιευθεί και στις τοπικές εφημερίδες. Αναλογιζόμενοι συγχρόνως ότι, και άλλες εγκύκλιοι που δημοσιεύτηκαν στον Τύπο είχαν σαν αποτέλεσμα να ξεσπάσει μια πολεμική εναντίον μας, π.χ. καταδικάζαμε την πρακτική, τη συμμετοχή και την προσφυγή των πιστών σε μάγους και μαγικές τελετές κ.λπ. και δεχθήκαμε τα πυρά όλων των μάγων που έβλεπαν στο πρόσωπο και των αφελών πιστών μας «την ελπίδα του κέρδους των να εξανεμίζεται».
Κάποια άλλη φορά δημοσιεύσαμε μιαν Εγκύκλιο για το ποιοι είναι οι Κανονικοί Ορθόδοξοι Ιερείς της ιεράς Μητροπόλεως Καμερούν και ποιες οι νόμιμες και κανονικές Ορθόδοξες ενορίες μας και δεχθήκαμε μιαν επίθεση άνευ προηγουμένου από όσους εμφανίζονται δήθεν σαν «ορθόδοξοι ιερείς» και έχουν φτιάξει στα σπίτια τους, δήθεν, «ορθόδοξες ενορίες», όπου επιδίδονται σε συστηματική τέλεση ακολουθιών, λειτουργιών, εξορκισμών κ.λπ. με μερικό ή και ολικό ανακάτεμα μαγικών πρακτικών, φίλτρων και θεραπευτικών σκευασμάτων.
Αξιοπρόσεκτα σημεία στην πολεμική όσων μάγων εθίγοντο, εκτός της ακράτου λασπολογίας ήταν και ερμηνείες του τύπου: «Αυτό το μεγάλο τσουκάλι που έχουν σε μια γωνιά της Εκκλησίας (δηλαδή η κολυμβήθρα) το έχουν για να μαγειρεύουν τα μικρά παιδιά και να τα τρώνε και ο Δεσπότης όταν βγαίνει με τα κεριά (δικηροτρίκηρα) θυμίζει στους πιστούς ότι αυτός θα βάλει τη φωτιά στο μεγάλο τσουκάλι το βράδυ όταν θα μαζευτούν κρυφά...
Σαν να επαναλαμβάνονται τα ίδια λόγια με τα οποία κατηγορούσαν οι παγανιστές τις λατρευτικές συνάξεις των πρώτων Χριστιανών. Δέος και έκπληξη! Αλλά και μια απτή πραγματικότητα όπου καλείσαι να ομολογήσει του Χριστού την πίστη την Αγία και να μαρτυρήσεις γι' αυτήν.
Μεταξύ των διαφόρων αντιδράσεων δέχθηκα τότε και την επίσκεψη ενός επιλεγομένου «αρχιεπισκόπου» της «αρχαίας ορθοδόξου και βυζαντινής εκκλησίας», ο οποίος συνοδευόταν από έναν «βοηθό επίσκοπο» και μιαν «ηγουμένη». Όλοι τους έφεραν την αμφίεση του κλήρου των Καθολικών. Μου παραπονέθηκαν ότι αυτή η Εγκύκλιος που δημοσιεύσαμε στα Μ.Μ.Ε. τους δημιούργησε προβλήματα με το «ποίμνιό» τους και ήλθαν να με πείσουν να γράψω και τα ονόματά τους σε μια συμπληρωματική Εγκύκλιο που έπρεπε οπωσδήποτε να ξαναδημοσιεύσω. Μου προσκόμισαν δε και φωτογραφίες όπου συλλειτουργούσε ο «αρχιεπίσκοπος» με ένα νέο επιλεγόμενο «πατριάρχη Κιέβου» (σ.σ.: Πρόκειται περί του εσχάτου ουνιτικού κατασκευάσματος).
Μίλησα αρκετά μαζί τους και ο «αρχιεπίσκοπος» μου είπε: «Εμείς ήμασταν μια «ανεξάρτητη εκκλησία», λόγω της συνεχούς αρνήσεως της καθολικής εκκλησίας να με χειροτονήσουν επίσκοπο, ταξίδεψα στη Γαλλία, όπου ένας «ανεξάρτητος επίσκοπος» με χειροτόνησε έγγαμο διάκονο, πρεσβύτερο και επίσκοπο (!). Μετά γύρισα στο Καμερούν και ίδρυσα τη δική μου «εκκλησία». Όταν ιδρύθηκε το νέο πατριαρχείο του Κιέβου, υπήρχε ένα «μανιφέστο», μια ανακοίνωση που, μεταξύ των άλλων, έλεγε: «Όποιος αναγνωρίζει το πατριαρχείο μας τον αναγνωρίζουμε και εμείς. Έτσι αναγνώρισα τον νέο πατριάρχη και αυτός με αναγνώρισε. Ο πατριάρχης μας είναι ορθόδοξος άρα και εμείς είμαστε ορθόδοξοι».
Ο συλλογισμός του απλός, απλούστατος, χωρίς καμιά θεολογική, εκκλησιολογική ή δογματική νύξη, δημιουργούσε ...κόσμους και κόσμους. Είχε ήδη δημιουργήσει «δική του εκκλησία» πριν οποιαδήποτε χειροτονία και ζητούσε να χειροτονηθεί. Μιλήσαμε αρκετά, τους εξήγησα ό,τι μπορούσα και έφυγαν φανερά δυσαρεστημένοι μαζί μου.
Θα επιστρέψω, όμως, στην αρχική περίπτωση της προσκλήσεως που δέχθηκα για να παραστώ στη χειροτονία του «νέου επισκόπου», η οποία αποτελεί και το έναυσμα αυτής της γραφής.
Μία εβδομάδα μετά την παραλαβή της προσκλήσεως, δέχθηκα την επίσκεψη του «υποψηφίου» προς χειροτονία «νέου επισκόπου» της «αποστολικής, καθολικής και ορθοδόξου εκκλησίας». Ήρθε ντυμένος με τα μισά λειτουργικά άμφια των καθολικών επισκόπων και από πάνω ένα ριγέ ...σμόκιν. Με χαιρέτησε με σεβασμό και μου επέδωσε τρία γράμματα. Ένα από αυτόν, ένα από τον αρχιεπίσκοπό του στο Γκαμπόν και ένα από τον πατριάρχη τους στο Los Angeles.
Συζητήσαμε αρκετά και του εξήγησα ότι δεν είναι σωστό να χρησιμοποιούν τον τίτλο «Ορθόδοξη Εκκλησία», γιατί δεν έχουν καμία σχέση με την Ορθόδοξη Εκκλησία, μιλήσαμε για τα Πρεσβυγενή Πατριαρχεία, τις Αυτοκέφαλες και Αυτόνομες Εκκλησίες κ.λπ.
Με άκουσε με προσοχή και έπειτα μου είπε: «Ξέρετε Σεβασμιώτατε, τον Χριστιανισμό στην Αφρική τον φέρατε εσείς οι Ευρωπαίοι, για εμάς η εκκλησιαστική ιστορία της Ευρώπης και του Μεσογειακού χώρου είναι άγνωστη και πολύ μακρινή. Από τις εκκλησίες που ήλθαν πρώτες εδώ μάθαμε ότι δεν υπάρχουν άλλες εκκλησίες εκτός από τις ίδιες. Δεν ακούσαμε ποτέ ότι υπάρχει Ορθόδοξη Εκκλησία. Όταν για κάποιους λόγους οι εκκλησίες αυτές μας απέρριψαν ή αναχώρησαν από τα χωριά μας αναγκαστήκαμε να ψάξουμε για μια Εκκλησία, κάπου να ανήκουμε.
Έτσι δημιουργήθηκαν πολλές ανεξάρτητες, αυτόνομες και ελεύθερες εκκλησίες αλλά και πάλι είδαμε ότι δεν υπάρχει κάποια κεφαλή, διότι κάθε μέρα και κάποιος άλλος ιερέας, που απέρριψε η τάδε ή η δείνα εκκλησία, δημιουργεί αυτόνομη, ανεξάρτητη ή ελεύθερη εκκλησία. Όταν αποχωρεί από τη ζωή ο ιδρυτής της αυτόνομης εκκλησίας δεν υπάρχει συνέχεια. Μετά μάθαμε ότι υπάρχει και το θέμα της αποστολικής διαδοχής στις χειροτονίες. Έτσι έχουμε περισσότερο εμπιστοσύνη να ανήκουμε σε μια εκκλησία στην Ευρώπη ή στην Αμερική. Ο πατριάρχης μας μου τόνισε να έρθω σε επαφή μαζί σας.
Εσείς μου λέτε τώρα ότι δεν είναι κανονικός πατριάρχης. Εγώ νόμιζα ότι είχα βρει λύση και τώρα μου λέτε ότι όλα αυτά δεν είναι σωστά. Η οικογένειά μου περιμένει να γίνω επίσκοπος σε μια πραγματική εκκλησία και εσείς μου τα ανατρέψατε όλα».
«Έχεις συναντήσει τον πατριάρχη σας;», τον ρώτησα.
«Όχι, μόνο τηλεφωνική επικοινωνία είχαμε. Είναι στο Los Angeles και εγώ δεν έχω χρήματα για να ταξιδέψω εκεί».
Λυπήθηκα πραγματικά με την προχειρότητα που κάποιοι εκμεταλλεύονται την άγνοια, την αδυναμία ή την αρχομανία κάποιων άλλων για να στήσουν δήθεν «εκκλησίες», για να υπογραμμίσουν την ύπαρξή τους χωρίς καμιά πραγματική θεολογική ή εκκλησιαστική γνώση.
Όπως κάποιοι εκ του παλαιού ημερολογίου που σαρώνουν την Αφρική και κάνουν «ιεραποστολή» του παλαιού ημερολογίου, η οποία, όμως, για λόγους «εκκλησιαστικής οικονομίας» ακολουθεί το νέο ημερολόγιο, για τον απλούστατο λόγο ότι είναι αδύνατον να εξηγήσουν στους Αφρικανούς το παλαιοημερολογιτικό ζήτημα.
Εκμεταλλεύονται, όμως, τεχνηέντως, τη δαιμονοφοβία ή πνευματοφοβία των Αφρικανών και εισάγουν τον εξορκισμό σαν το μοναδικό και αποκλειστικό ιεραποστολικό μέσον, το οποίο και τους επιλύει κάθε οικονομικό πρόβλημα.
Μια ιεραποστολή που δαιμονολογεί καταφέρνει ό,τι δεν μπορεί ούτε ο διάβολος να καταφέρει: την εξίσωσή του με τον Θεό μέσα στις καρδιές των Αφρικανών.
Αυτός είναι ο χώρος όπου προσπαθούμε καθημερινά να δώσουμε τη μαρτυρία τns Ορθοδόξου Εκκλησίας με ορθόδοξο εκκλησιαστικό τρόπο και μας λυπεί αφάνταστα το γεγονός ότι τους μόνους που καταφέρνουμε να ευαισθητοποιήσουμε για να συνδράμουν στην πράξη και από κοντά το ιεραποστολικό έργο είναι, στην πλειοψηφία τους, άνθρωποι χωρίς ή με πολύ μικρή εκκλησιαστική εμπειρία, με ευαισθησίες ανθρωπιστικού τύπου, που στην πράξη όμως αδυνατούν, παρά την καλή τους διάθεση, να βοηθήσουν ουσιαστικά την ιεραποστολή. Παρά ταύτα είναι πρόθυμοι να έλθουν δεκαπέντε ημέρες κοντά μας για να βοηθήσουν...
Ευαισθητοποιούνται, επίσης, και άνθρωποι με κάποια εμφανή ή, εν πρώτοις, αφανή ψυχολογικά προβλήματα, που βλέπουν την ιεραποστολή σαν μια φυγή από την πραγματικότητά τους. Είναι κατά τα άλλα αξιοθαύμαστοι για την ευαισθησία τους άσχετα του ότι δεν είναι δυνατόν να προσφέρουν πραγματική βοήθεια στην ιεραποστολή, αν βέβαια δεν δημιουργήσουν και επί πλέον προβλήματα.
Που πήγε άραγε η διορατικότης και το θάρρος των ποιμένων; Πού πήγε το μαρτυρικό φρόνημα που συνυφαίνεται και συνυπάρχει στις ιερατικές, μοναχικές και εκκλησιαστικές κλήσεις;
Μήπως η Εκκλησία πρέπει να στραφεί κάποια στιγμή με μια βαθύτερη σοβαρότητα στην ενίσχυση της ιεραποστολής και με ανθρώπινο δυναμικό. Διότι κανένας ιεραπόστολος δεν θεωρεί, δεν πιστεύει ότι το μικρό ή το μεγάλο έργο που αγωνίζεται να επιτελέσει, είναι έργο προσωπικό, αντίθετα όλοι μας θεωρούμε και πιστεύουμε ότι αυτό που κάνουμε είναι έργο, κατεξοχήν, ολόκληρης της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Μένω έκπληκτος και θαυμάζω την υπακοή των καθολικών ιερέων και μερικών προτεσταντών παστόρων, οι οποίοι όταν τελειώνουν τις θεολογικές σπουδές τους λαμβάνουν από την ιεραρχία τους τον διορισμό τους στην άλλη άκρη του κόσμου για να διακονήσουν το Ευαγγέλιο και πολλές φορές να τους «ξεχάσουν» σ' αυτή την άκρη του κόσμου για μερικές δεκαετίες.
Δεν μπορώ να πιστέψω ότι στις σύγχρονες ιερατικές ή μοναχικές ή εκκλησιαστικές κλήσεις στον ορθόδοξο χώρο δεν υπάρχει ιεραποστολική διάσταση.
Μήπως δεν φροντίζουμε τη ζωογόνηση αυτής της ιεραποστολικής διαστάσεως;
Μήπως είναι καιρός να στραφούμε σαν Ορθόδοξη Εκκλησία και προς αυτήν την κατεύθυνση με μεγαλύτερη ευαισθησία;
«Πάντα τα έθνη»
ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΟ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ
ΕΤΟΣ ΚΖ' - ΤΕΥΧΟΣ 108
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ-ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2008
† Ο Καμερούν Γρηγόριος
Πολλές φορές τα άρθρα και τα κείμενα περί Ιεραποστολής ενώ μεταφέρουν τη ζωντάνια του αποστολικού έργου, την προσπάθεια των ιεραποστόλων και τιs αντικειμενικές δυσκολίες μέσα στις οποίες πραγματοποιείται αυτό το έργο, εν τούτοις πολύ λίγες φορές κατορθώνουν να δώσουν τις διαστάσεις μέσα στις οποίες καλούμεθα να δώσουμε τη μαρτυρία τnς Ορθοδόξου Εκκλησιάς.
Έτσι, υποσυνείδητα, θα λέγαμε ότι, στα μάτια του κάθε αναγνώστου (φίλου τnς ιεραποστολής ή τυχαίου αναγνώστου), περνάει το μήνυμα ότι αυτό το έργο και ως ποσότητα, έκταση και ποιότητα είναι δυνατόν να συντελείται, να συντηρείται, να αναπτύσσεται (επεκτείνεται), να καλλιεργείται και από ένα μόνον πρόσωπο! Τον ιεραπόστολο, επίσκοπο, ιερέα, ιερομόναχο, μοναχό ή μοναχή ή λαϊκό.
Η λάθος αυτή ιδέα, έχει βρει γόνιμο έδαφος στις σκέψεις πολλών και έτσι, όταν κάποιος, καλοπροαίρετος επίσκοπος, ιερέας, μοναχός ή λαϊκός, υπεύθυνος κάποιου συλλόγου για την υποστήριξη του αποστολικού έργου, συζητά με έναν ιεραπόστολο αγγίζει όλα τα θέματα εκτός από το θέμα των συνεργατών, των «εργατών» που θα πρέπει να συνδράμουν στον θερισμό.
Η συνήθης κατάληξη αυτών των συζητήσεων σε πολλές περιπτώσεις είναι η προτροπή: «Πρέπει να βρείτε συνεργάτες...».
Κανένας βέβαια δεν υποδεικνύει κάποιον τρόπο για την εξεύρεση των συνεργατών.
Διότι δεν είναι δυνατόν κάποιοs ιεραπόστολος να πάρει τους δρόμους και να γυρίζει από μητρόπολη σε μητρόπολη και από μοναστήρι σε μοναστήρι και από σύλλογο σε σύλλογο και να αναζητεί συνεργάτες. Στην καλύτερη περίπτωση θα χαρακτηρισθεί σαν «περίεργος».
Έπειτα, το θέμα των συνεργατών τns ιεραποστολής είναι και θέμα κλήσεως από τον Θεό και θέμα εσωτερικής κλίσεως του υποψηφίου συνεργάτου.
Όσο ιερό ενθουσιασμό και να προκαλέσει ένας ιεραπόστολος, με την παρουσία του και τους λόγους του, σε κάποιο ακροατήριο, δεν είναι δυνατόν αυτός ο ενθουσιασμός να είναι μια γερή πνευματική βάση για την έξοδο του υποψηφίου συνεργάτου και την είσοδό του σε έναν ιεραποστολικό αμπελώνα.
Χρειάζεται μια συστηματική ενασχόληση τnς Εκκλησίας με το θέμα αυτό.
Δεν είναι δυνατόν ανάμεσα στις σύγχρονες ιερατικές ή μοναχικές κλήσεις να μην υπάρχουν και κλήσεις με ιεραποστολικές προεκτάσεις. Κάθε χρόνο εξαπολύεται κάποια εγκύκλιος σχετικά με τη ζωογόνηση των ιερατικών κλήσεων από το Σώμα τns Ιεραρχίας της Εκκλησίας και προτρέπονται και οι κατά τόπους Μητροπολίτες να αφιερώσουν κάποια ενεργητικότητά τους και σ' αυτό το θέμα.
Άσχετα με το αποτέλεσμα αυτών των ενεργειών και γενικώς και κατά τόπους, μήπως μέσα στο περιεχόμενο των εγκυκλίων, ομιλιών και διαφόρων ενεργειών θα πρέπει να εισέλθει και μια παράγραφος περί της ιεραποστολικής εργασίας στους σύγχρονους ιεραποστολικούς αμπελώνες;
Διότι πολλές φορές μετ' εκπλήξεως και λύπης συναντούμε κληρικούς οι οποίοι δηλώνουν ότι, δεν γνωρίζουν «ειδικά» την ύπαρξη της Ορθοδόξου Ιεραποστολής!
Άκουσαν κάτι γενικό από τουs καθηγητές τους σε κάποια σεμινάρια ότι, κάπου, γενικά και αόριστα, υπάρχει Ορθόδοξη Ιεραποστολή αλλά επειδή ο τρόπος που έλαβαν αυτήν την πληροφορία ήταν και αυτός γενικός και αόριστος, δεν απέσπασε το ενδιαφέρον τους για κάτι περισσότερο.
Μήπως πέραν των τυπικών ενεργειών, (Εβδομάδα Εξωτερικής Ιεραποστολής, περιφορά ειδικού δίσκου για την Εξωτερική Ιεραποστολή κ.λπ.), θα πρέπει να γίνουν και κάποιες πιο ειδικές και συστηματικές αναφορές και αναλύσεις και κάποιες προτροπές, παραινέσεις, συμβουλές για την ανάγκη συνεργατών στην ιεραποστολή;
Η ανάγκη συνεργατών στα ιεραποστολικά κλιμάκια είναι επιτακτική όσο και η επάνδρωση των κενών ενοριακών θέσεων κάθε Μητροπόλεως. Είναι θέμα ουσιώδες και ζωτικής σημασίας για την Ορθόδοξη Εκκλησία.
Για να γίνουμε κατανοητοί θα κάνουμε μια μικρή διευκρίνιση: Υπάρχουν δύο ιεραποστολικά κλιμάκια στην Αφρική επανδρωμένα εδώ και χρόνια με έναν σεβαστό αριθμό εθελοντών συνεργατών, για τα οποία δεν γεννάται θέμα τέτοιας ανάγκης αλλά υπάρχουν και όλα τα υπόλοιπα, ιεραποστολικά κλιμάκια, που είναι η πλειοψηφία, τα οποία είναι της δυνάμεως του ενός ιεραποστόλου.
Δεν μπορούμε να εντάξουμε τον τοπικό κλήρο κάθε ιεραποστολικής Μητροπόλεως ή Επισκοπής στη δύναμη των συνεργατών, διότι στις περισσότερες περιπτώσεις ο τοπικός κλήρος συνίσταται στην πλειοψηφία του από αυτό που ο μακαριστός π. Κοσμάς Γρηγοριάτης χαρακτήριζε με τον επιτυχή όρο: «αναγκαστικές χειροτονίες», δηλαδή μην έχοντας συνεργάτες στην αρχή του ιεραποστολικού έργου ο ιεραπόστολος αναγκάζεται να επιλέξει και να προτείνει προς χειροτονίαν από τα πρώτα πρόσωπα που έχει κοντά του για να μπορέσει να υπάρξει μια συνέχεια σ' αυτή την αρχή.
Ένας κλήρος, λοιπόν, ο οποίος έχει γεννηθεί και έχει μεγαλώσει με την νοοτροπία κάποιων άλλων χριστιανικών «εκκλησιών», ή του ανιμισμού, έχει γνωρίσει την Ορθόδοξη Εκκλησία κάποια χρόνια και έχει παρακολουθήσει κάποια σεμινάρια Ορθοδόξου θεολογίας για να γίνει κληρικός και μόνον. Όσοι παρακολούθησαν σπουδές Θεολογίας στο εξωτερικό στην πλειοψηφία τους δεν επέστρεψαν ποτέ στις ιεραποστολικές Μητροπόλεις, οι οποίες τους απέστειλαν με την ελπίδα να βοηθήσουν το μέλλον της ιεραποστολής, αυτό είναι, όμως, ένα θέμα που δεν μπορεί να αναλυθεί στο άρθρο αυτό.
Ο κλήρος αυτός είναι κατά πολύ αξιέπαινος και αγωνίζεται μέσα σε αντίξοες και δύσκολες συνθήκες αλλά η εκκλησιαστική του εμπειρία είναι εκκλησιαστική εμπειρία μιας νεόφυτης εκκλησίας, η οποία προσπαθεί να προσλάβει τον Λόγο του Θεού, την ορθόδοξη εκκλησιαστική παράδοση σαν τρόπο πορείας προς τη Βασιλεία των Ουρανών. Μέχρι όμως να γίνει αυτό τρόπος ζωής έχουμε να αντιπαλέψουμε με πολλά προβλήματα γνωστά και άγνωστα, προσιτά και απρόσιτα στον «ώριμο» Ορθόδοξο κόσμο.
Θα αναφέρω κάποια πρόσφατα, «επιδερμικά» παραδείγματα από την τετραετή ταπεινή μου διακονία στον ιεραποστολικό αγρό της ιεράς Μητροπόλεως Καμερούν.
Κάποια στιγμή ευρισκόμενος στο Γιαουντέ έλαβα μία πρόσκληση.
Επρόκειτο να χειροτονηθεί ένας νέος «επίσκοπος» της αυτο-αποκαλούμενης «Αποστολικής Καθολικής Ορθοδόξου Εκκλησίας του Καμερούν».
Αγνοούσα παντελώς την ύπαρξή τns. Διάβασα με περιέργεια την πρόσκληση και κατάλαβα ότι επρόκειτο περί νέου κατασκευάσματος.
Η χειροτονία θα γινόταν σε ένα γήπεδο, παρουσία και κάποιων πολιτικών αρχών. Ακολουθούσε ένα πρόγραμμα εορτασμού σε κάποιο εστιατόριο κοντά στο γήπεδο και στο τέλος υπήρχε μία επισήμανση-προτροπή: «Τα δώρα σας είναι ευπρόσδεκτα».
Δεν ετίθετο καν θέμα να ανταποκριθώ στην πρόσκληση αυτή αλλά προβληματίστηκα για την παρουσία άλλης μιας επιλεγομένης «εκκλησίας» που θα χρησιμοποιούσε το όνομα τns Ορθοδόξου Εκκλησίας και θα μεγάλωνε τη σύγχυση που επικρατεί στον κόσμο ανάμεσα στον οποίο προσπαθούμε να δώσουμε τη μαρτυρία τns Ορθοδοξίας.
Τοποθέτησα την πρόσκληση σε ένα φάκελο στο αρχείο και σκέφθηκα ότι καλό είναι να οργανώσουμε μια σειρά από ομιλίες στις εκκλησίες μας για να ενημερώσουμε τους πιστούς μας.
Συζήτησα το θέμα και με τον Γενικό Αρχιερατικό Επίτροπο π. Δημήτριο και καταλήξαμε να εξαπολύσουμε και μια εγκύκλιο η οποία να δημοσιευθεί και στις τοπικές εφημερίδες. Αναλογιζόμενοι συγχρόνως ότι, και άλλες εγκύκλιοι που δημοσιεύτηκαν στον Τύπο είχαν σαν αποτέλεσμα να ξεσπάσει μια πολεμική εναντίον μας, π.χ. καταδικάζαμε την πρακτική, τη συμμετοχή και την προσφυγή των πιστών σε μάγους και μαγικές τελετές κ.λπ. και δεχθήκαμε τα πυρά όλων των μάγων που έβλεπαν στο πρόσωπο και των αφελών πιστών μας «την ελπίδα του κέρδους των να εξανεμίζεται».
Κάποια άλλη φορά δημοσιεύσαμε μιαν Εγκύκλιο για το ποιοι είναι οι Κανονικοί Ορθόδοξοι Ιερείς της ιεράς Μητροπόλεως Καμερούν και ποιες οι νόμιμες και κανονικές Ορθόδοξες ενορίες μας και δεχθήκαμε μιαν επίθεση άνευ προηγουμένου από όσους εμφανίζονται δήθεν σαν «ορθόδοξοι ιερείς» και έχουν φτιάξει στα σπίτια τους, δήθεν, «ορθόδοξες ενορίες», όπου επιδίδονται σε συστηματική τέλεση ακολουθιών, λειτουργιών, εξορκισμών κ.λπ. με μερικό ή και ολικό ανακάτεμα μαγικών πρακτικών, φίλτρων και θεραπευτικών σκευασμάτων.
Αξιοπρόσεκτα σημεία στην πολεμική όσων μάγων εθίγοντο, εκτός της ακράτου λασπολογίας ήταν και ερμηνείες του τύπου: «Αυτό το μεγάλο τσουκάλι που έχουν σε μια γωνιά της Εκκλησίας (δηλαδή η κολυμβήθρα) το έχουν για να μαγειρεύουν τα μικρά παιδιά και να τα τρώνε και ο Δεσπότης όταν βγαίνει με τα κεριά (δικηροτρίκηρα) θυμίζει στους πιστούς ότι αυτός θα βάλει τη φωτιά στο μεγάλο τσουκάλι το βράδυ όταν θα μαζευτούν κρυφά...
Σαν να επαναλαμβάνονται τα ίδια λόγια με τα οποία κατηγορούσαν οι παγανιστές τις λατρευτικές συνάξεις των πρώτων Χριστιανών. Δέος και έκπληξη! Αλλά και μια απτή πραγματικότητα όπου καλείσαι να ομολογήσει του Χριστού την πίστη την Αγία και να μαρτυρήσεις γι' αυτήν.
Μεταξύ των διαφόρων αντιδράσεων δέχθηκα τότε και την επίσκεψη ενός επιλεγομένου «αρχιεπισκόπου» της «αρχαίας ορθοδόξου και βυζαντινής εκκλησίας», ο οποίος συνοδευόταν από έναν «βοηθό επίσκοπο» και μιαν «ηγουμένη». Όλοι τους έφεραν την αμφίεση του κλήρου των Καθολικών. Μου παραπονέθηκαν ότι αυτή η Εγκύκλιος που δημοσιεύσαμε στα Μ.Μ.Ε. τους δημιούργησε προβλήματα με το «ποίμνιό» τους και ήλθαν να με πείσουν να γράψω και τα ονόματά τους σε μια συμπληρωματική Εγκύκλιο που έπρεπε οπωσδήποτε να ξαναδημοσιεύσω. Μου προσκόμισαν δε και φωτογραφίες όπου συλλειτουργούσε ο «αρχιεπίσκοπος» με ένα νέο επιλεγόμενο «πατριάρχη Κιέβου» (σ.σ.: Πρόκειται περί του εσχάτου ουνιτικού κατασκευάσματος).
Μίλησα αρκετά μαζί τους και ο «αρχιεπίσκοπος» μου είπε: «Εμείς ήμασταν μια «ανεξάρτητη εκκλησία», λόγω της συνεχούς αρνήσεως της καθολικής εκκλησίας να με χειροτονήσουν επίσκοπο, ταξίδεψα στη Γαλλία, όπου ένας «ανεξάρτητος επίσκοπος» με χειροτόνησε έγγαμο διάκονο, πρεσβύτερο και επίσκοπο (!). Μετά γύρισα στο Καμερούν και ίδρυσα τη δική μου «εκκλησία». Όταν ιδρύθηκε το νέο πατριαρχείο του Κιέβου, υπήρχε ένα «μανιφέστο», μια ανακοίνωση που, μεταξύ των άλλων, έλεγε: «Όποιος αναγνωρίζει το πατριαρχείο μας τον αναγνωρίζουμε και εμείς. Έτσι αναγνώρισα τον νέο πατριάρχη και αυτός με αναγνώρισε. Ο πατριάρχης μας είναι ορθόδοξος άρα και εμείς είμαστε ορθόδοξοι».
Ο συλλογισμός του απλός, απλούστατος, χωρίς καμιά θεολογική, εκκλησιολογική ή δογματική νύξη, δημιουργούσε ...κόσμους και κόσμους. Είχε ήδη δημιουργήσει «δική του εκκλησία» πριν οποιαδήποτε χειροτονία και ζητούσε να χειροτονηθεί. Μιλήσαμε αρκετά, τους εξήγησα ό,τι μπορούσα και έφυγαν φανερά δυσαρεστημένοι μαζί μου.
Θα επιστρέψω, όμως, στην αρχική περίπτωση της προσκλήσεως που δέχθηκα για να παραστώ στη χειροτονία του «νέου επισκόπου», η οποία αποτελεί και το έναυσμα αυτής της γραφής.
Μία εβδομάδα μετά την παραλαβή της προσκλήσεως, δέχθηκα την επίσκεψη του «υποψηφίου» προς χειροτονία «νέου επισκόπου» της «αποστολικής, καθολικής και ορθοδόξου εκκλησίας». Ήρθε ντυμένος με τα μισά λειτουργικά άμφια των καθολικών επισκόπων και από πάνω ένα ριγέ ...σμόκιν. Με χαιρέτησε με σεβασμό και μου επέδωσε τρία γράμματα. Ένα από αυτόν, ένα από τον αρχιεπίσκοπό του στο Γκαμπόν και ένα από τον πατριάρχη τους στο Los Angeles.
Συζητήσαμε αρκετά και του εξήγησα ότι δεν είναι σωστό να χρησιμοποιούν τον τίτλο «Ορθόδοξη Εκκλησία», γιατί δεν έχουν καμία σχέση με την Ορθόδοξη Εκκλησία, μιλήσαμε για τα Πρεσβυγενή Πατριαρχεία, τις Αυτοκέφαλες και Αυτόνομες Εκκλησίες κ.λπ.
Με άκουσε με προσοχή και έπειτα μου είπε: «Ξέρετε Σεβασμιώτατε, τον Χριστιανισμό στην Αφρική τον φέρατε εσείς οι Ευρωπαίοι, για εμάς η εκκλησιαστική ιστορία της Ευρώπης και του Μεσογειακού χώρου είναι άγνωστη και πολύ μακρινή. Από τις εκκλησίες που ήλθαν πρώτες εδώ μάθαμε ότι δεν υπάρχουν άλλες εκκλησίες εκτός από τις ίδιες. Δεν ακούσαμε ποτέ ότι υπάρχει Ορθόδοξη Εκκλησία. Όταν για κάποιους λόγους οι εκκλησίες αυτές μας απέρριψαν ή αναχώρησαν από τα χωριά μας αναγκαστήκαμε να ψάξουμε για μια Εκκλησία, κάπου να ανήκουμε.
Έτσι δημιουργήθηκαν πολλές ανεξάρτητες, αυτόνομες και ελεύθερες εκκλησίες αλλά και πάλι είδαμε ότι δεν υπάρχει κάποια κεφαλή, διότι κάθε μέρα και κάποιος άλλος ιερέας, που απέρριψε η τάδε ή η δείνα εκκλησία, δημιουργεί αυτόνομη, ανεξάρτητη ή ελεύθερη εκκλησία. Όταν αποχωρεί από τη ζωή ο ιδρυτής της αυτόνομης εκκλησίας δεν υπάρχει συνέχεια. Μετά μάθαμε ότι υπάρχει και το θέμα της αποστολικής διαδοχής στις χειροτονίες. Έτσι έχουμε περισσότερο εμπιστοσύνη να ανήκουμε σε μια εκκλησία στην Ευρώπη ή στην Αμερική. Ο πατριάρχης μας μου τόνισε να έρθω σε επαφή μαζί σας.
Εσείς μου λέτε τώρα ότι δεν είναι κανονικός πατριάρχης. Εγώ νόμιζα ότι είχα βρει λύση και τώρα μου λέτε ότι όλα αυτά δεν είναι σωστά. Η οικογένειά μου περιμένει να γίνω επίσκοπος σε μια πραγματική εκκλησία και εσείς μου τα ανατρέψατε όλα».
«Έχεις συναντήσει τον πατριάρχη σας;», τον ρώτησα.
«Όχι, μόνο τηλεφωνική επικοινωνία είχαμε. Είναι στο Los Angeles και εγώ δεν έχω χρήματα για να ταξιδέψω εκεί».
Λυπήθηκα πραγματικά με την προχειρότητα που κάποιοι εκμεταλλεύονται την άγνοια, την αδυναμία ή την αρχομανία κάποιων άλλων για να στήσουν δήθεν «εκκλησίες», για να υπογραμμίσουν την ύπαρξή τους χωρίς καμιά πραγματική θεολογική ή εκκλησιαστική γνώση.
Όπως κάποιοι εκ του παλαιού ημερολογίου που σαρώνουν την Αφρική και κάνουν «ιεραποστολή» του παλαιού ημερολογίου, η οποία, όμως, για λόγους «εκκλησιαστικής οικονομίας» ακολουθεί το νέο ημερολόγιο, για τον απλούστατο λόγο ότι είναι αδύνατον να εξηγήσουν στους Αφρικανούς το παλαιοημερολογιτικό ζήτημα.
Εκμεταλλεύονται, όμως, τεχνηέντως, τη δαιμονοφοβία ή πνευματοφοβία των Αφρικανών και εισάγουν τον εξορκισμό σαν το μοναδικό και αποκλειστικό ιεραποστολικό μέσον, το οποίο και τους επιλύει κάθε οικονομικό πρόβλημα.
Μια ιεραποστολή που δαιμονολογεί καταφέρνει ό,τι δεν μπορεί ούτε ο διάβολος να καταφέρει: την εξίσωσή του με τον Θεό μέσα στις καρδιές των Αφρικανών.
Αυτός είναι ο χώρος όπου προσπαθούμε καθημερινά να δώσουμε τη μαρτυρία τns Ορθοδόξου Εκκλησίας με ορθόδοξο εκκλησιαστικό τρόπο και μας λυπεί αφάνταστα το γεγονός ότι τους μόνους που καταφέρνουμε να ευαισθητοποιήσουμε για να συνδράμουν στην πράξη και από κοντά το ιεραποστολικό έργο είναι, στην πλειοψηφία τους, άνθρωποι χωρίς ή με πολύ μικρή εκκλησιαστική εμπειρία, με ευαισθησίες ανθρωπιστικού τύπου, που στην πράξη όμως αδυνατούν, παρά την καλή τους διάθεση, να βοηθήσουν ουσιαστικά την ιεραποστολή. Παρά ταύτα είναι πρόθυμοι να έλθουν δεκαπέντε ημέρες κοντά μας για να βοηθήσουν...
Ευαισθητοποιούνται, επίσης, και άνθρωποι με κάποια εμφανή ή, εν πρώτοις, αφανή ψυχολογικά προβλήματα, που βλέπουν την ιεραποστολή σαν μια φυγή από την πραγματικότητά τους. Είναι κατά τα άλλα αξιοθαύμαστοι για την ευαισθησία τους άσχετα του ότι δεν είναι δυνατόν να προσφέρουν πραγματική βοήθεια στην ιεραποστολή, αν βέβαια δεν δημιουργήσουν και επί πλέον προβλήματα.
Που πήγε άραγε η διορατικότης και το θάρρος των ποιμένων; Πού πήγε το μαρτυρικό φρόνημα που συνυφαίνεται και συνυπάρχει στις ιερατικές, μοναχικές και εκκλησιαστικές κλήσεις;
Μήπως η Εκκλησία πρέπει να στραφεί κάποια στιγμή με μια βαθύτερη σοβαρότητα στην ενίσχυση της ιεραποστολής και με ανθρώπινο δυναμικό. Διότι κανένας ιεραπόστολος δεν θεωρεί, δεν πιστεύει ότι το μικρό ή το μεγάλο έργο που αγωνίζεται να επιτελέσει, είναι έργο προσωπικό, αντίθετα όλοι μας θεωρούμε και πιστεύουμε ότι αυτό που κάνουμε είναι έργο, κατεξοχήν, ολόκληρης της Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Μένω έκπληκτος και θαυμάζω την υπακοή των καθολικών ιερέων και μερικών προτεσταντών παστόρων, οι οποίοι όταν τελειώνουν τις θεολογικές σπουδές τους λαμβάνουν από την ιεραρχία τους τον διορισμό τους στην άλλη άκρη του κόσμου για να διακονήσουν το Ευαγγέλιο και πολλές φορές να τους «ξεχάσουν» σ' αυτή την άκρη του κόσμου για μερικές δεκαετίες.
Δεν μπορώ να πιστέψω ότι στις σύγχρονες ιερατικές ή μοναχικές ή εκκλησιαστικές κλήσεις στον ορθόδοξο χώρο δεν υπάρχει ιεραποστολική διάσταση.
Μήπως δεν φροντίζουμε τη ζωογόνηση αυτής της ιεραποστολικής διαστάσεως;
Μήπως είναι καιρός να στραφούμε σαν Ορθόδοξη Εκκλησία και προς αυτήν την κατεύθυνση με μεγαλύτερη ευαισθησία;
«Πάντα τα έθνη»
ΤΡΙΜΗΝΙΑΙΟ ΙΕΡΑΠΟΣΤΟΛΙΚΟ ΠΕΡΙΟΔΙΚΟ
ΕΤΟΣ ΚΖ' - ΤΕΥΧΟΣ 108
ΟΚΤΩΒΡΙΟΣ-ΝΟΕΜΒΡΙΟΣ-ΔΕΚΕΜΒΡΙΟΣ 2008
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου