Τετάρτη 16 Ιανουαρίου 2013

Η Eλληνική Kοινότητα της Αιθιοποίας 1930 - 1960

 

 
Οι Έλληνες εγκαταστάθηκαν κατά την εποχή της αποικιοκρατίας αρχικά στα λιμάνια της Ερυθράς Θάλασσας και εκτός απ’ το εμπόριο αναμίχθηκαν και σε άλλες δραστηριότητες. Η πρώτη Ελληνική παρουσία, εντοπίζεται στις αρχές του 18ου αιώνα, όταν έφτασαν στην τότε Αβησσυνία, Έλληνες βιοτέχνες και ναυτικοί, ενώ επισφραγίζεται με την ίδρυση, το 1908, από το πατριαρχείο Αλεξανδρείας, της Μητροπόλεως Αξώμης.
Το πρώτο κύμα μαζικής μετανάστευσης προς την Αιθιοπία πραγματοποιήθηκε γύρω στο 1880 και στην πόλη Μασάουα το 1887, βρίσκουμε 100 περίπου Έλληνες που συγκροτούσαν τη μεγαλύτερη ομάδα ξένων. Άλλοι Έλληνες εγκαταστάθηκαν στο Τζιμπουτί και από εκεί επέκτειναν τη δράση τους και στην παλιά πόλη του Χαράρ. Στα τέλη του 19ου αιώνα απ’ τους 200 ξένους που ζούσαν στο Χαράρ οι 60 ήταν Έλληνες. Μεταξύ αυτών ήταν και οι ιατροί Ιάκωβος Ζερβός και Κ. Κοσμάς, ενώ το μοναδικό ξενοδοχείο της πόλης ανήκε στο Σαμιώτη Σ. Πλακιώτη. Οι Έλληνες είχαν αναλάβει την εξαγωγή του εξαιρετικής ποιότητας καφέ που παράγει η περιοχή του Χαράρ. Μια από τις μεγαλύτερες εξαγωγικές επιχειρήσεις καφέ ήταν αυτή που έστησαν οι Κεφαλλονίτες αδελφοί Λιβιεράτου, οι οποίοι ξεκίνησαν ως έμποροι σιτηρών στη Ρουμανία, μεταφέρθηκαν αργότερα στην Αίγυπτο, πήγαν στην Υεμένη για να φτάσουν στην Αιθιοπία και να δημιουργήσουν στη συνέχεια υποκαταστήματα σ’ όλα τα μεγάλα λιμάνια της Ερυθράς Θάλασσας, στη Μασσαλία και στη Νέα Υόρκη.

Οι ελληνικοί εμπορικοί οίκοι, όπως του Κάλου, του Λιβιεράτου, του Ευθυμιάτου, του Ασημακόπουλου, του Γεωργακά κ.α., μεσολαβούσαν στις αγγλικές τράπεζες ως εγγυητές υπέρ του αιθιοπικού κράτους.
Μυθιστορηματική ήταν και η ζωή του Φίλιππου Ζαφειρόπουλου ο οποίος γεννημένος το 1874 στη Κωνσταντινούπολη δούλεψε αρχικά στο φαρμακείο του θείου του στο Κάιρο για να μεταβεί το 1896 στην Αιθιοπία συνοδεύοντας ως διερμηνέας και ταριχευτής αγρίων ζώων έναν Αμερικανό εκατομμυριούχο. Οργανωτής στην αρχή κυνηγετικών σαφάρι ο Ζαφειρόπουλος διορίστηκε το 1904 από τον Βρετανό πρέσβη στην Αιθιοπία ως επιθεωρητής συνόρων, αντιμετώπισε μεγάλες συμμορίες ατάκτων που κυνηγούσαν ελέφαντες για το ελεφαντοστό, έμαθε τις γλώσσες των ιθαγενών της περιοχής μεταξύ των συνόρων Αιθιοπίας και Κένυας για να προσληφθεί στη συνέχεια ως διερμηνέας και γραμματέας αιθιοπικών υποθέσεων στη βρετανική πρεσβεία της Αντίς Αμπέμπα και να συνοδεύσει το 1934 τον αυτοκράτορα Χαϊλέ Σελασιέ στο ταξίδι του στη Βρετανία, από την οποία παρασημοφορήθηκε.

Μεταξύ των άλλων γνωστών Ελλήνων εκείνης της εποχής ήταν ο προσωπικός γιατρός του Χαϊλέ Σελασιέ Ιάκωβος Ζερβός από την Κεφαλονιά, ο Κλεάνθης Μοσχόπουλος που είχε διοριστεί επικεφαλής της ασφάλειας του κράτους και ο Αριστείδης Βούλτσης, που ήταν διευθυντής του τμήματος τηλεφώνων στο υπουργείο Ταχυδρομείων της Αιθιοπίας, ενώ ο Βασίλης Διαμαντούρος είχε διατελέσει υφυπουργός στο υπουργείο Γεωργίας και Εμπορίου.

Δεν ήταν λίγοι οι συμπατριώτες μας που διακρίθηκαν για τις επιδόσεις τους στις επιχειρήσεις, στην επιστήμη και τις τέχνες. Εκδότης της πρώτης εφημερίδας που κυκλοφόρησε στην Αιθιοπία ήταν ο Κεφαλονίτης Ανδρέας Καββαδίας ενώ Έλληνες μηχανικοί, εργολάβοι και κτίστες ανήγειραν τις πρώτες μεγάλες οικοδομές από πέτρα και τούβλο. Ήταν επίσης από τους πρώτους που άνοιξαν εργοστάσια ποτοποιϊας, σαπουνοποιϊας, ελαιόμυλους, αλευρόμυλους, υφαντουργεία και άλλα. Το 1935 η ελληνική παροικία είχε ξεπεράσει τα 3.000 μέλη και όταν το 1936 οι Ιταλοί μπήκαν στην Αντίς Αμπέμπα το 90% των καταστημάτων στο κέντρο της πόλης ανήκαν σε Έλληνες. Ελληνικές κοινότητες και σχολεία ιδρύθηκαν εκτός απ’ την Αντίς Αμπέμπα και σε άλλες πόλεις, όπως στην Ντίρε Ντάουα και στο Ντέμπι Ντόλο στην οποία είχε δημιουργηθεί μια κοινότητα μιγάδων, γόνων Ελλήνων και Κυπρίων που έφθασαν εκεί μέσω Σουδάν χωρίς γυναίκες.

Στη μεταπολεμική περίοδο ο αριθμός των ομογενών στην Αιθιοπία διπλασιάστηκε κι έφτασε τις 7.000 περίπου. Η επανάσταση που ανέτρεψε το Χαϊλέ Σελασιά το 1974 έθεσε τέλος και στην ευημερία της ελληνικής παροικίας. Οι περισσότεροι Έλληνες, επαναπατρίστηκαν, καθώς έχασαν τις περιουσίες που διέθεταν εκεί λόγω εθνικοποιήσεων, χωρίς να λάβουν καμία αποζημίωση. Σήμερα, απέμειναν λιγότερα από 500 άτομα, από τα οποία τα περισσότερα ζουν στην πρωτεύουσα Αντίς Αμπέμπα, ενώ γύρω στους 50 διαμένουν στην περιοχή της Ντίρε Ντάουα.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου