Σάββατο 2 Απριλίου 2011

Συμμετοχή πιστών στην Εξωτερική Ιεραποστολή - π. Γεώργιος Κουγιουμτζόγλου, "Ιεραποστολή στην Αφρική" (Ιανουάριος 2010)


Γενικά

Λόγω φτώχειας και βασικών στερήσεων στη διατροφή που παρουσιάζονται στους γηγενείς κατοίκους της Αφρικής, ο μέσος Έλληνας πολίτης ακούγοντας περί Εξωτερικής Ιεραποστολής σκέπτεται κατά κανόνα την οικονομική συμβολή του στο έργο των Ιεραποστόλων. Και ναι μεν αυτή η τοποθέτηση είναι μία πραγματική ανάγκη, όχι μόνο διότι οι Ιεραπόστολοι χρειάζονται χρήματα για ενίσχυση των λιμοκτονούντων κυριολεκτικά κατοίκων, αλλά και διότι δεν είναι δυνατόν να κατασκευαστούν Εκκλησίες, Σχολεία, οικίες Ιερέων, ιατρεία κ.λ.π. χωρίς την οικονομική μας συμπαράσταση στα έργα αυτά. 

 

Ο κύριος σκοπός της Ιεραποστολής




Η μητέρα Θεανώ που αφιέρωσε το 
υπόλοιπο της ζωής της στο 
Ιεραποστολικό Κλιμάκιο Κολουέζι.

Όμως, έτσι παραβλέπεται και παραθεωρείται ο κύριος σκοπός της Ιεραποστολικής προσπάθειας, που είναι ο ευαγγελισμός των ανθρώπων, ο οποίος πρέπει να προάγεται, να επιτυγχάνεται και τελικά να «παράγει» σωστούς Ορθοδόξους χριστιανούς στην πίστη, στο δόγμα, στο ήθος και στην καθημερινή ζωή. 
Πως όμως είναι δυνατόν να συμβαίνει αυτό, όταν δεν υπάρχουν κατάλληλοι κατηχητές; «Με όποιον δάσκαλο καθίσεις, τέτοια γράμματα θα μάθεις». Όταν μέσα σε κάθε Ιεραποστολικό Κλιμάκιο υπάρχει ένας μόνο ή δύο Ορθόδοξοι (από την Ελλάδα), που είναι αναγκασμένοι να ασχολούνται με «χίλια δυο προβλήματα» πάσης φύσεως, είναι επόμενο η Ορθόδοξη κατήχηση να περιορίζεται και να την «αναλαμβάνουν» γηγενείς ιερείς ή κατηχητές, οι οποίοι όμως δεν είναι σε θέση να προσφέρουν αυτό που απαιτούν οι ανάγκες και η εποχή μας (γνώση, ήθος, προθυμία κ.λ.π.). Εκτός αυτών, επειδή οι ανωτέρω γηγενείς δεν προέρχονται από Ορθόδοξα «φυτώρια» και τα ακολουθούν οι παλιές τους αδυναμίες και νοοτροπίες, μπορούμε να ισχυριστούμε αυτό που λέγεται: «Ο άνθρωπος κι αν γέρασε και άλλαξε το κορμί του, ούτε την γνώμη άλλαξε ούτε την κεφαλή του».


Βασικός λόγος αδυναμίας σωστού Ευαγγελισμού




Ο π. Γεώργιος Κουγιουμτζόγλου με τα 
μικρά παιδιά του Ιεραποστολικού 
Κλιμακίου Κολουέζι.

Κοντολογίς, με τις συνθήκες αυτές και την «τακτική» που ακολουθείται κατά το πλείστον μέχρι σήμερα, η σωστή κατήχηση και ο σωστός Ευαγγελισμός των νεοφώτιστων χωλαίνει διότι δεν υπάρχουν Ορθόδοξοι, που θα συμβάλλουν στην προσπάθεια αυτή. Και υπάρχουν άμεσες και καθημερινές ανάγκες σε ιερείς και ιερομονάχους, οι οποίοι μπορούν να προσφέρουν πάρα πολλά. Υπάρχουν, επίσης, άμεσες ανάγκες παντού (ιδιαίτερα στο Κολουέζι) για νηπιαγωγούς, δασκάλους, καθηγητές, για να αναλάβουν την διεύθυνση των σχολείων της Ιεραποστολής και συγχρόνως ν’ ασχοληθούν και με την κατήχηση. Μετά την Λυκειάρχισσα κα Ευτέρπη Ηλία – Μαύτα, η οποία 
μετά την σύνταξή της στη δεκαετία του ’90 άφησε σύζυγο και παιδιά στην Αθήνα και πήγε για 4 χρόνια στην Ιεραποστολή Κολουέζι, όπου έθεσε τις βάσεις και λειτούργησε το Γυμνάσιο της Ιεραποστολής με άριστα αποτελέσματα, δεν παρουσιάστηκε άλλος εκπαιδευτικός. Τόσοι συνταξιούχοι βγαίνουν κάθε χρόνο! Πότε θα ανταποκριθούν στις απεγνωσμένες φωνές των Ιεραποστόλων; Υπάρχουν ακόμη ανάγκες για νοσηλεία από ιατρούς και νοσηλευτές, για επίβλεψη των ποικίλων κατασκευών από μηχανικούς και τεχνίτες. Δυστυχώς, εκτός από απειροελάχιστες περιπτώσεις δεν παρουσιάζονται εθελοντές. Γιατί; Αυτό είναι το μέγα ερώτημα: Γιατί οι Έλληνες Χριστιανοί του 21ου αιώνα, ιδίως οι συνταξιούχοι, δεν τολμούν και δεν αποφασίζουν να μεταβούν στην Εξωτερική Ιεραποστολή για να βοηθήσουν του Ιεραποστόλους; 


 

Υποκειμενικοί λόγοι αρνήσεως της συμμετοχής




Ο χειρούργος ιατρός Μιχ. Βρεττός, πρώην 
Δ/ντής του Ιπποκράτειου Νοσοκομείου 
και καθηγητής του Α.Π.Θ., στο Δημοτικό 
Σχολείο Κολουέζι με τον διάκονο π. Θεόφιλο

Οι υποκειμενικοί λόγοι που διάφοροι επικαλούνται είναι μερικές φορές πράγματι ανυπέρβλητοι. Αυτή όμως η δικαιολογία δεν μπορεί να ισχύει για όλους! 
Ας μην ξεχνούμε ότι όποιος αποφασίζει να προσφέρει στον Θεό θυσιάζοντας κάτι από τον εαυτό του, «αναγκάζει» τον Αρχηγό της θυσίας να επεμβαίνει στη ζωή του και να δίνει θεϊκές λύσεις (υπερπερισσεύει η Χάρις Ρωμ. ε΄, 20). Αυτή τη δυνατότητα του Θεού πρέπει να τη θεωρούμε βέβαιη, γιατί επιβεβαιώνεται καθημερινά. «Η μάνα μου, έλεγε μια νοσηλεύτρια, είναι μεγάλη και άρρωστη. Μετά την κοίμησή της θέλω και θα μεταβώ στο Κολουέζι, δοκιμαστικά στην αρχή, για να προσφέρω τις υπηρεσίες μου». Πέθανε η μάνα κάποια μέρα, αλλά μαζί πέθανε και ο «πόθος» της κόρης για την Ιεραποστολή! Τέτοιες περιπτώσεις υπάρχουν πολλές, αλλά ο ενθουσιασμός που δημιουργείται από κάποια αφορμή, εξανεμίζεται, όταν έρχεται η κρίσιμη ώρα των αποφάσεων. «Εξηράνθη δια το μη έχειν ικμάδα» (Λουκ. η΄, 6).


Αντικειμενικοί λόγοι




Η δεσποινίδα Ευαγγελία Νύκταρη που για 
πολλά χρόνια προσέφερε τις υπηρεσίες 
της ως νοσοκόμα στο Ιεραποστολικό
Κλιμάκιο Γκάνας.

Συνήθως όλοι αυτοί που, ενώ μπορούν, αρνούνται τη συμμετοχή τους στην Ιεραποστολή, επηρεάζονται από δύο κυρίως αντικειμενικούς λόγους: τους κινδύνους ατυχημάτων – ασθενειών και την πνευματική τους κατάσταση. Οι κίνδυνοι παντού και πάντοτε υπάρχουν για όλους μας. Για τον ενσυνείδητο όμως χριστιανό, που πιστεύει ότι η ζωή του είναι στα χέρια του Θεού, ο λόγος αυτός ελαχιστοποιείται, διότι υπάρχουν προληπτικά και προστατευτικά μέτρα που λαμβάνονται από τους αρμόδιους (προ της αναχωρήσεως και στον τόπο μεταβάσεως – παραμονής). Αλλά κυρίως διότι ο Θεός που ρυθμίζει τα πάντα θα είναι σε μια τέτοια απόφαση ιδιαίτερα Προστάτης και Βοηθός. Εάν ο Θεός θέλει να ζήσουμε, για να προσφέρουμε στην Εξωτερική Ιεραποστολή, δεν είναι σε θέση να μας προστατεύσει; Ο Χριστιανός που πιστεύει στην παντοδυναμία του Θεού δεν έχει τέτοια διλήμματα. Παίρνει την απόφαση με ακράδαντη πίστη, χωρίς λογισμούς ολιγοπιστίας.
Έτσι φθάνουμε στον τελευταίο και σημαντικότερο λόγο, της πνευματικής κατάστασης του χριστιανού. Εδώ τα πράγματα είναι δύσκολα, διότι η εκκοσμίκευση, ο ευδαιμονισμός, ο κοσμικός γενικά τρόπος ζωής μας και οι ποικίλες μεθοδεύμενες επιδράσεις που δέχεται ο άνθρωπος της εποχής μας έχουν αλλοιώσει και αμβλύνει το Ορθόδοξο φρόνημα και βίωμά του, με αποτέλεσμα πολύ δύσκολα να μπορεί να συνεννοηθεί και να βγάλει άκρη σε πολλά πνευματικά θέματα, ακόμη και στην αναγκαιότητα αυτής της συμμετοχής-προσφοράς. Και η διάσταση αυτή των απόψεων δεν παρουσιάζεται μόνο στον απλό λαό, αλλά και σε μορφωμένους και σε θεολόγους και σε ιερωμένους. 
Το γράμμα όμως του Ευαγγελίου είναι σαφέστατο: «Πορευθέντες εις τον κόσμον άπαντα κηρύξατε το Ευαγγέλιον πάση τη κτίσει» (Μαρκ. ιστ΄, 15). Αλλά και το πνεύμα του δεν είναι άλλο παρά πνεύμα προσφοράς και θυσίας, όπως μας το έδειξε με τη ζωή και το λόγο του ο Ιησούς και όπως το συνέχισαν οι διάδοχοί Του. Όταν ο ίδιος ο Χριστός μας δείχνει το δρόμο αυτό, δεν μπορεί ο πιστός να ακολουθεί το δρόμο της φιλαυτίας, του συμφέροντος και της φυγοπονίας. «Η θυσία φέρνει την χαρά. Αυτή την χαρά της θυσίας δεν την γεύονται σήμερα οι άνθρωποι» (Γερ. Παϊσιος).


Ο σωστός Χριστιανός αποφασίζει εύκολα




Ιερατικό Σεμινάριο στο Ιεραποστολικό 
Κλιμάκιο Κολουέζι Κογκό

Εάν, λοιπόν, ο Χριστιανός δεν παρασύρεται από τα ορθοδοξοφανή, φίλαυτα κατά κανόνα μηνύματα της εποχής και αγωνίζεται να ζει όσο μπορεί με αίσθημα ευθύνης στα καλέσματα που ο Θεός παρουσιάζει στην ζωή του. Όποιος δηλαδή αισθάνεται την αποστολή-υποχρέωση της προσφοράς-θυσίας δεν διστάζει να ανταποκριθεί στο κάλεσμα των Ιεραποστόλων της Αφρικής. Αποφασίζει εύκολα την μετάβαση του, στην αρχή δοκιμαστικά για ένα ή δύο μήνες, και εάν δεν παρουσιαστούν εμπόδια, επανέρχεται για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα. «Ξεκίνησα από περιέργεια, έλεγε ένας επισκέπτης της Ιεραποστολής, και βλέποντας ότι αισθάνομαι σαν στο σπίτι μου, η περιέργεια μου έγινε αγάπη. Έκτοτε συνεχίζω να μεταβαίνω στην Ιεραποστολή χωρίς κανένα δισταγμό!» Και προσφέρει ως Ιερέας ή Ιερομόναχος-Μοναχός, ως Δάσκαλος ή Καθηγητής, ως Ιατρός ή Νοσηλευτής, ως Μηχανικός ή Τεχνίτης καλύπτοντας τις πολλαπλές ανάγκες της Ιεραποστολής. 
Εφόσον ο Χριστιανός ποθεί και έχει σωστή κοινωνία με τον Θεό, θα έχει πόθο κοινωνίας και με τους ανθρώπους. Έτσι η Ιεραποστολή γίνεται κατά κάποιο θαυμαστό τρόπο αυθόρμητα, χωρίς να το επιδιώκει, χωρίς να το καταλαβαίνει, χωρίς να κάνει το δάσκαλο. Γιατί ο ίδιος ο Θεός αναλαμβάνει και φροντίζει για τα υπόλοιπα, βλέποντας την ταπεινή φροντίδα του για την σωτηρία πρωτίστως της ψυχής του και την εφαρμογή των Ευαγγελικών εντολών. «Αν κηρύττω το Ευαγγέλιο, αυτό δεν αποτελεί για μένα αιτία για καύχηση, αλλά μου επιβάλλεται ως ανάγκη. Αλίμονο μου, αν δεν κηρύττω το Ευαγγέλιο» (Α΄ Κορινθ. θ΄, 16). Μ’ αυτόν τον τρόπο πραγματοποιείται η γνήσια Ιεραποστολή. Το άγιο παράδειγμα του πιστού είναι εγγύηση για την αποτελεσματικότητα της Ιεραποστολικής προσφοράς και για την επέμβαση του Θεού προς φωτισμό και σωτηρία του ίδιου και τους ανθρώπους με τους οποίους έρχεται σε κοινωνία. 



Συμπερασματικά

Όποιος αποδέχεται το παγκόσμιο όραμα και την αποστολική ευθύνη της Ορθοδόξου Εκκλησίας στο σύγχρονο κόσμο: «Πορευθέντες μαθητεύσατε πάντα τα Έθνη» (Ματθ. κη΄, 19) αποφασίζει να συμμετάσχει και αυτός σ’ αυτήν την αποστολή με αισθήματα αγάπης, θυσίας και ευθύνης ως πιστός Χριστιανός και «πορεύεται» προς τους αδελφούς που αγνοούν την Αλήθεια του Ευαγγελίου. Έτσι ικανοποιείται η ψυχική του ανάγκη να κάνει και τους άλλους ανθρώπους μετόχους στη θεία ζωή και αγάπη που ο ίδιος ζει. Έτσι στην πράξη αποδεικνύεται η πίστη του. Έτσι ζει τη χαρά της θυσίας και τις πολλαπλές ευλογίες του Θεού στη ζωή του και στην οικογένειά του.             
π. Γεώργιος Κουγιουμτζόγλου
Πρεσβύτερος 


http://anavaseis.blogspot.com/2010/01/blog-post_7023.html

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου